Connect with us

Hi, what are you looking for?

ΑΠΟΨΕΙΣ

Σελίδες Λογοτεχνίας – Τρία Διηγήματα Της Ειρήνης Πατελή Σεζένια

Από τη στήλη “Σελίδες Λογοτεχνίας” του Κωνσταντίνου Βολάκη στην εφημερίδα Χιακός Λαός

 

1.Ανακύκλωση στην φτωχογειτονιά

Τα χρόνια που μεγάλωνα στην φτωχογειτονιά της Κοκκινιάς, η λέξη ανακύκλωση ήταν ΠΡΑΞΗ. Κάνεις δεν δίδαξε τους ανθρώπους να επαναχρησιμοποιούν τα πάντα. Τα ρουχαλάκια του μωρού μας πήγαιναν στο μωρό της γειτόνισσας Το ίδιο και τα ρούχα των πιο μεγάλων παιδιών. Και όσα δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν γίνονταν κουρέλια, να υφάνει κουρελούδες η κυρα- Ευθυμία στην οδό Μυκηνών ή ενωμένα τετράγωνα για μπογόπανα (πάτσγουορκ το λέμε τώρα). 

Τα παιχνίδια μας πήγαιναν στα πιο μικρά παιδιά.  Ποια παιχνίδια θα μου πείτε; Ακόμα κι αυτά ανακύκλωση “μύριζαν”. «Φτιάχναμε καπέλα από χαρτί, είχαμε και ξύλινα ντουφέκια»  λέει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος.  Κόβαμε διχάλες απ’ τη μυγδαλιά για να φτιάξουμε σφεντόνες, με κομμάτια λάστιχο από σαμπρέλες. Το σιδερένιο τσέρκι της ρόδας του ποδηλάτου και ένα σύρμα γινόταν παιχνίδι μας. Τα ρουλεμάν τα μάζευε ο πατέρας μου να τα δώσει στα παιδιά της γειτονιάς για να φτιάξουν πατίνια με τα ξύλα που έβγαζε ο βαρελάς στην Πλάτωνος. 

Τα παπούτσια τα μπάλωναν όπως και τα ρούχα. Τα στένευαν ή τα φάρδαιναν για να τα ξαναφορέσουμε Τα παλιά μάλλινα μπλουζάκια τα ξήλωναν για να πλέξουν καινούργια ή να τα κάνουν χαλάκια.  Οι τενεκέδες του μπακάλη αφού κοβόντουσαν, ασπρίζονταν και γίνονταν γλάστρες για τα λουλούδια. Η κυρα-Λένη, με φαράσι και σκουπάκι, μάζευε τις κοπριές για τα λουλούδια της από τα ζώα που τραβούσαν τα κάρα του μανάβη, του ψαρά, του γαλατά. Ο γαλατάς άφηνε το γυάλινο μπουκάλι ξαναγεμισμένο (καλό-κακό δεν ξέρω). Τα τενεκεδάκια και τα χαρτόκουτα χρησιμοποιούνταν για αποθήκευση κάθε είδους τροφίμου, ρούχου και διαφόρων υλικών. Και εκεί έβλεπες την καλλιτεχνία της νοικοκυράς όταν τα διακοσμούσε με χρώματα ή ύφασμα ή και με κοχυλάκια. 

Όσο για το φαγητό, ΑΝ περίσσευε την άλλη μέρα το “μεταποιούσαν” σε φακόρυζο, ρεβυθοκεφτέδες…

Και πόσα άλλα ακόμα μπορεί ο καθένας μας να θυμηθεί;

2.Τα Παραγκάκια της Καραολή και Δημητρίου

Μικρό παιδί χανόταν με χαρά στον κόσμο του βιβλίου όταν περνούσαν από τα Παραγκάκια της Καραολή και Δημητρίου, του Πειραιά. 

Πολύχρωμα εξώφυλλα ή μαυρόασπρα την καλούσαν να τα φυλλομετρήσει. Της άρεσε η μυρωδιά του παλιού, φθαρμένο χαρτιού.  

«Μαμά θα πάρουμε αυτό το βιβλίο;»

«Αυτό είναι για αγόρια. Δεν βλέπεις; Γράφει “Οι πειρατές του Αιγαίου”». 

«Όχι, δεν κατάλαβες, είναι για όλα τα παιδιά». 

«Άσε τον τίτλο -κυρία μου- έχει δίκιο το κορίτσι. Είναι για όλα τα παιδιά».

«Καλά θα το πάρουμε και βλέπουμε». 

Η καρδιά της πήγαινε να σπάσει.  Θα διάβαζε άλλο ένα βιβλίο. 

Της το τύλιξε η κυρία που τα πουλούσε σε μια εφημερίδα και το πήρε αγκαλιά σαν να κρατούσε το πιο σπουδαίο πράγμα. Για εκείνη ήταν πολύ σπουδαίο. Παιδί ντροπαλό, κλεισμένη στον εαυτό της, χαιρόταν να διαβάζει και να ζει τη ζωή του πρωταγωνιστή. Το επόμενο Σάββατο και αφού είχε διαβάσει το βιβλίο, ξαναπήγαν στα Παραγκάκια.  Αντάλλαξε το βιβλίο με κάποιο άλλο αφού έδωσε η μάνα κάποια διαφορά. Έγινε συνήθεια πια, όποτε κατέβαιναν στον Πειραιά, η επίσκεψη στα υπαίθρια βιβλιοπωλεία.  Εκεί, έβρισκες θησαυρούς.   Από τα βιβλία του σχολείου που τότε δεν μας τα παρείχαν, τα ανταλλάσαμε και γι’ αυτό τα προσέχαμε, μέχρι σπάνια βιβλία ή ακόμη και απαγορευμένα. Πόσα χέρια δεν είχαν αλλάξει αυτά τα βιβλία! 

Πόσα μυαλά δεν είχαν ανοίξει με τις ιδέες τους! 

Πόσα παιδάκια δεν κοιμήθηκαν με τα παραμύθια τους! Τι κι αν ήταν χρησιμοποιημένα; 

Τι κι αν ήταν από τα Παραγκάκια; 

Ο κάθε βιβλιοπώλης είχε τους πελάτες του. Γνωρίζονταν μετά από λίγο καιρό και μίλαγαν με το μικρό τους όνομα. Ήξεραν τις προτιμήσεις του πελάτη και του έκρυβαν κάποιο βιβλίο που πίστευαν ότι θα το ήθελε.  Αν ζητούσες κάποιο και δεν το είχαν σου έλεγαν «Όταν ξανάρθεις θα το έχω». Και το είχαν.

Όταν μεγάλωσε και πήγαινε στη δουλειά της ή σε κάποιο μάθημα, πάντα έκανε μια στάση στον «παράδεισο» του φθαρμένου βιβλίου. Τώρα πια δεν τα αντάλλασε. Είχε δικά της χρήματα και τα κρατούσε στη βιβλιοθήκη της. 

Όταν ο Δήμος του Πειραιά πήρε απόφαση να βγάλει αυτά τα αγαπημένα της βιβλιοπωλεία από εκεί, ήταν σαν να της πήραν τους φίλους της.   Στεναχωρήθηκε και κάθε φορά που περνούσε από εκεί, στεκόταν, μέσα της έκανε ένα “μνημόσυνο” και συνέχιζε τον δρόμο της Το ίδιο γίνεται και τώρα, μετά από πάνω 50 χρόνια.

  1. Το Ρηνιώ

Παχουλή, γελαστή, με τον καλό λόγο πάντα στο στόμα. Άσπρο δέρμα νεανικό ακόμα και κοντά στα 90 της και ας μην είχε βάλει ποτέ κρέμες κ.λπ. καλλυντικά. Το μαύρο μαντήλι δεν έφευγε ποτέ από το κεφάλι της όπως και τα μαύρα ρούχα. Και δεν ήταν μόνο γιατί είχε χάσει τον άντρα της την παραμονή του Πολέμου του Σαράντα, αλλά για τον γιο της που έχασε στην πείνα.

Τον Λάμπρο της, το παλικάρι της. Μόνο στους γάμους των παιδιών και των εγγονιών της, και όταν της πηγαίναμε ένα νέο μέλος της οικογένειας να το δει, μόνο τότε έβαζε ένα μεταξωτό άσπρο μαντήλι στον λαιμό. 

«Στις χαρές δεν φοράνε κατάμαυρα» έλεγε. 

Ήρθε από το νησί της πολύ μικρή για να «ζήσει» όπως έλεγε. Παντρεύτηκε έναν πολύ μεγαλύτερό της. Πέρασε φτώχεια και στερήσεις για να μεγαλώσει τα δώδεκα παιδιά της. Συχνά έλεγε «Ένα στην κοιλιά, ένα στην κούνια ένα να παίζει κοντά μου», εκεί που έραβε, για την ΟΥΝΤΡΑ.  Ποτέ δεν παραπονέθηκε για τα βάσανά της.

«Τίποτα δεν αλλάζει με το να παραπονιέσαι». 

Μαγείρευε για τα 12 παιδιά, για την μάνα της και πάντα για τον «ξένο» που θα περάσει νηστικός. Κάτω από την μαύρη πεντακάθαρη ποδιά της κρυβόταν το πιάτο για την κυρα- Σταμάτα «που σήμερα δεν έβαλε τσουκάλι γιατί δεν είχε τίποτα να το γεμίσει».  Πανέξυπνος άνθρωπος, έβαζε κάτω τους μορφωμένους.   Λογαριασμός, που έκανε με το μυαλό της, δεν της ξέφευγε. Τα έβγαζε πέρα με τη μικρή της σύνταξη. 

Τα λεφτά του γιου της που έμεναν μαζί, δεν τα ακουμπούσε. 

«Είναι ο ιδρώτας του» έλεγε. Ούτε των άλλων δυο που ταξίδευαν. «Αυτά θαλασσοπνίγονται και εγώ θα τους πάρω τα λεφτά τους;» 

Δίκαιος άνθρωπος, πάντα έβλεπε τα καλά στους άλλους και όχι τα άσχημά τους. Περνώντας τα χρόνια, έχασε το φως της σιγά σιγά. Έφταιγε εκείνο το χτύπημα με το κοντάκι του όπλου του Γερμανού στο κεφάλι της. Παρότι δεν έβλεπε, καταλάβαινε ποιος έμπαινε στο σπίτι ακόμα κι αν δεν μιλούσε.

Όποιο εγγόνι τής έδινε ένα χαρτζιλίκι, το έβαζε στη τσέπη της ρόμπας της και το έδινε στο άλλο εγγόνι που δεν δούλευε ή δεν είχαν οι γονείς να του δώσουν. Αντί παραμύθια, μάς έλεγε ιστορίες από τον πόλεμο και τη ζωή των ανθρώπων που γνώρισε. Όταν το Ρηνιώ έφυγε από τη ζωή, στο νεκροταφείο της Ανάστασης ρωτούσαν: «Ποια νέα κοπέλα» ή «Ποια ηθοποιός πέθανε και έχει τόσο κόσμο;» 

Την αγαπούσαν και οι πέτρες που πατούσε. Αγκάλιαζε όλα τα εγγόνια της και όλα τα παιδιά του κόσμου. Μακάρι να της έμοιαζα λιγάκι. Αν αγιάζουν άνθρωποι, σίγουρα έχει τη θέση της κοντά στους αγίους…

Ειρήνη Πατέλη Σεζένια 

Γεννήθηκε το 1952 στην Κοκκινιά, προσφυγική γειτονιά του Πειραιά. Σπούδασε λογιστικά. Παντρεύτηκε με τον Νίκο Σεζένια και ήρθαν στη Χίο. Έχει 2 γιους και 4 αγαπημένα εγγόνια. Δραστηριοποιήθηκε σε διάφορους συλλόγους και στην κοινωνική ζωή του τόπου. Από μικρή έβρισκε διέξοδο στο διάβασμα και το γράψιμο. Τα τελευταία χρόνια αποφάσισε να εκθέσει τα γραπτά της στους φίλους της.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗ

Από τη στιγμή της γέννησής του, λόγω της μυθικής οδικής συμπεριφοράς του που ανέτρεπε όλα όσα ξέραμε στο κλείσιμο του περασμένου αιώνα, το Ford...

ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Η ακολουθία των Παθών τελέσθηκε χθες στον Ιερό Ναό του Αγίου Στεφάνου της ομωνύμου Κοινότητος στο Γεσήλκιοϊ, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Γέροντος Δέρκων κ....

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Η Αθήνα έχει μπει πλέον σε metal ρυθμούς, καθώς μετράμε αντίστροφα για την συναυλία των Rammstein στις 30 Μαΐου στο Ολυμπιακό Στάδιο και η...

ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗ

Ο Γιόσεφ Καμπάν θα έχει συγκεκριμένη ευθύνη για την ανάπτυξη της παγκόσμιας σχεδιαστικής γλώσσας των μοντέλων της MG και έρχεται να ενταχθεί στην εταιρεία...

Advertisement