Connect with us

Hi, what are you looking for?

ΑΠΟΨΕΙΣ

Ποιητικό αφιέρωμα στο καλοκαίρι (Ι)

Επιμέλεια:  Κωνσταντίνος Βολάκης

Καλοκαίρι με την φέτα το καρπούζι στο ένα χέρι… τραγουδά ο Διονύσης Σαββόπουλος. 

Οι ποιητές μας ζωγραφίζουν λέξη την λέξη, στίχο τον στίχο, το σώμα του καλοκαιριού. 

Τα ποιήματά τους γίνονται μικρά χρωματιστά βότσαλα που γεμίζουν τις ψυχές μας ελπίδα και τα κουβαδάκια των παιδιών με χαρά. 

Των μικρών παιδιών που φορώντας τα «μπρατσάκια» προσπαθούν με βρεγμένη άμμο να χτίσουν τον νέο κόσμο. 

Ποίηση και καλοκαίρι.

Λέξη και αλμυρή σταγόνα στην άκρη των χειλιών.

Στίχος και ακτίνα ήλιου με δροσιά μελτεμιού.

Στο σημερινό φύλλο και σε λίγα επόμενα που θα ακολουθήσουν θα αναδημοσιεύσω μερικά ποιήματα Ελλήνων ποιητών με πηγή απ’ το καλό λογοτεχνικό site diastixo.gr με θέμα, τι άλλο; Το καλοκαίρι, το πανέμορφο και ιδιαίτερο Ελληνικό Καλοκαίρι.

 

Ελένη Βελέντζα

ΟΛΑ ΣΤΟ ΦΩΣ

Καλοκαιριά.
Στις προκυμαίες, οπλές και θυμηδίες.

Τρεις τιρκουάζ κολυμβήτριες
αφήσαν πίσω ρούχα τους
που μύρισαν τον Αύγουστο βανίλια.

Ένα κοπάδι από δελφίνια
με τα μωρά τους
βρήκαν τον ήλιο, βαθιά
μέσα στη θάλασσα
και παίξανε μαζί του, κρυφά
απ’ τον κόσμο όλον.

Θέλω
να ’ρθείς.

 

Μυρσίνη Γκανά

ΑΣ ΤΟ ΜΑΖΕΨΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ

Ας το μαζέψει κάποιος
αυτό το καλοκαίρι.
Φυσάει φως στα μάτια μου,
βρέχει διάττοντες
που εγκυμονούν ευχές,
αστράφτει με χρώματα χυδαία,
δαγκώνει χαρούμενο τις φτέρνες μου,
τρίβεται στην κοιλιά μου,
καίει την ανάσα μου,
ανάβει τ’ αστράκια μου
τις νύχτες.
Νομίζει πως θα το λυπηθώ
τ’ αδέσποτο με τα φτηνά του κόλπα,
θα το υιοθετήσω.

 

Χρήστος Αρμάντο Γκέζος

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

Πεθύμησα μια ντομάτα κομμένη στα τέσσερα
κάτω από ένα αυγουστιάτικο φεγγάρι.
Μα είχα ξεχάσει πως Αύγουστο πέθανα
Αύγουστο γεννήθηκα.
Στο ενδιάμεσο σαπίσαν τα φεγγάρια.

Πεθύμησα ένα τραγούδι στην παραλία τη νύχτα.
Γύρω γύρω φωτιά και στη μέση άνθρωποι
να βρέχω τα πόδια μου στου κύματος το φίλημα
κι ύστερα να κολυμπώ γυμνός μέσα στ’ αστέρια.
Έσβησαν τ’ αστέρια.

Πεθύμησα ένα κομμάτι άσπρο τυρί
κάτω από μια ελιά μεσημεριάτικη.
Τα τζιτζίκια να φορτώνουν τα κλαριά
να τρίζουνε τον κόσμο.
Εγώ να σπάω με τα μπροστινά μου δόντια
το σουσάμι του ψωμιού
να περιμένω τον ήλιο να με χαιρετήσει.
Βαρέθηκα να σκουπίζω το μέτωπό μου
από τα σάλια του.

Πεθύμησα ένα ποτήρι κρύα μπίρα
σ’ ένα τραπέζι στρωμένο μουσαμά
κάτω από το κλήμα της ταβέρνας του χωριού.
Μα πέθαναν οι άνθρωποι
γκρεμίστηκαν τα σπίτια.
Ένα βουνό απέμεινε
που ψυχορραγεί κι αυτό
για ένα ποτήρι κρύα μπίρα.

Πεθύμησα έναν ύπνο ατάραχο
με ένα στάχυ ανάμεσα στα χείλια
τα χέρια πίσω απ’ το σβέρκο.
Με πρόλαβε ο Κόσμος.

 

Γιώργος Γώτης

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ

Στου Αυγούστου τη νύχτα
ναυαγός η σελήνη στο βυθό
το ασήμι της άδειασε.
Στη ράχη τους το πήραν τα ψάρια
ασημένια να φτιάξουν κλωστή.
Να κεντήσουν το δρόμο
του νερού ορτανσίες
κυπαρίσσι από φως
στου καλοκαιριού το σώμα
το φιλί του Αυγούστου.

 

Γιάννης Ευθυμιάδης

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ

Ζηλεύει ο Αύγουστος τη νύχτα
γιατί το άγγιγμα αρκεί
να περισώσει την ευλάβεια των ερώτων.
Το σώμα σου επάνω στο χαρτί
το βλέμμα σου, υγρό εφήβου βλέμμα
και το ψηλάφισμα των λιγοστών κυττάρων,
σιωπής κρυφό μυστήριο
στενεύει αυτό το βράδυ.

 

Λένα Καλλέργη

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ

Μια ζωή ναυαγώ στο στερέωμα:
γεμίζω, αδειάζω, αλλάζω όψεις,
τους μύθους σας βλέπω να πετούν στο κενό,
σωπαίνω στον μαύρο ουρανό.

Συχνά, με λένε ιδιότροπη:
ντυμένη μια γάζα από νέφη
ανάβω αστέρες μακρινούς
και σβήνω, όταν μου κάνει κέφι.

Στην ατέλειωτη αυτή διαδρομή
δεν περίμενα επίσκεψη.
Ειλικρινά, δεν είχα ετοιμαστεί.
Είχα την όψη τη συνηθισμένη,
ομολογώ, κάπως χλωμή.

Εκείνος ήρθε, κάποιο καλοκαίρι.
Τόσο ταξίδι για να μ’ ακουμπήσει.
Ήμουν, άραγε, η λύση; Ποιος ξέρει.

Δεν έμεινε πολύ.
Με προτιμούσε από μακριά.
Ενθύμιο μου άφησε
ένα αποτύπωμα ποδιού και μια σημαία.

Ωραία.
Τον άφησα να με φωτογραφήσει.
Παινεύτηκε πως μ’ είχε κατακτήσει
σαν μια οποιαδήποτε βουνοκορφή.

Μα εγώ μένω κρυφή.
Ανατέλλω
κόκκινη, κι ύστερα χρυσή, κι ύστερα πανιασμένη.
Τροφή για τον νυχτερινό φιλόσοφο
που πάντα ο ήλιος θα ζεσταίνει.

Ο αστροναύτης; Περιττός κρατήρας
στο κομμένο μου πρόσωπο.

Ανδρέας Κεντζός

Ο ΚΑΙΡΟΣ ΣΗΜΕΡΑ

Και σκοτείνιασε ο ουρανός
και φύσαγε σαν διάολος ο άνεμος
ρίχνοντας τη φωτιά σαν λάβα
πάνω στην πόλη των θνητών
ακριβώς όπως προείπε η μετεωρολογική

Σ’ εμάς την ίδια ώρα ο καιρός θαυμάσιος
άλλος κόσμος το νησί όνειρο θερινό
με θάλασσα να την πιεις στο ποτήρι
τζιτζίκια στα πεύκα εν χορώ – μα δεν παλεύεται όχι
δεν αντέχεται χωρίς τη φλόγα που είχαμε άλλοτε
μέρα νύχτα στη χρυσή μας εποχή

Θεώνη Κοτίνη

ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑ, ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ

Οι παλιοί οικισμοί
στήνουνε ξόβεργα γειτονιάς
στην απεραντοσύνη

Ένα μπαλκόνι μπρος στη θάλασσα
στο αγνάντεμα χελιδονοφωλιά
Μεγάλες πικροδάφνες
φτασμένες στην άνθηση
κλεμμένο σύκο το γλυκύτερο
από αυγουστιάτικη συκιά
πρωταυγουστιάτικη

Μπατάλικη φωνή του γυρολόγου
λαλώντας με το τρίκυκλο
στον πάνω δρόμο
μια κωδωνοκρουσία του εφήμερου
σπαρμένου
σε τόση αντήχηση μεσημεριού
που γίνεται μόνιμο

Η φωτεινότητα μικρής αυλής
που συνεχίζει καλντερίμι
και χάλασμα λιγόλογο στον ήλιο
ψηλά πολύ
ως την καστρόπορτα
ξεδοντιασμένη πέτρα κι εγκατάλειψη
στα χέρια του θεού
που είναι αλλιώς
ένα γαλάζιο ευμενές
σε όλο τον κάμπο

 

Γιώργος Λίλλης

ΜΕΣΗΜΕΡΙΑΝΟΣ ΥΠΝΟΣ ΚΑΤΑΚΑΛΟΚΑΙΡΟ

Κουλουριάζεται στα σεντόνια σαν μικρό παιδί
που δεν έχει συνηθίσει το σκοτάδι.
Τρίζει η πόρτα.
Απαλό αεράκι συνάγει όνειρα στα μαλλιά της.
Το δωμάτιο μισοσκότεινο· τζιτζίκια ψαλμωδούν τη θάλασσα
έξω από το
παράθυρό της.
Τη χαϊδεύει με το πιγούνι, φτάνει στο λαιμό
και τον ύπνο της
προσπερνά μ’ ένα φιλί.

Κώστας Λιννός

ΜΙΚΡΟ ΘΕΡΙΝΟ ΕΜΒΑΤΗΡΙΟ

Ξέγνοιαστη δροσιά μιας ζωής,
άχρονο ιστιοφόρο, σελήνης αρμένισμα,
μια γυναίκα που φεγγοβολεί στο παράθυρο –
η μέρα και η νύχτα των πραγμάτων.

Ξέπλεκο όνειρο απ’ τα κύματα
καλοκαίρια ποτίζοντας το στήθος,
διάφανο κοχύλι σαν ενθύμιο
απ’ τα νεανικά χρόνια της μνήμης.

Το ευλογημένο φως των περασμένων
ψαριού ανεμελιά, θαλασσινό γλυπτό,
κι ένα βότσαλο που σηκώνεται ηλιόλουστο
από ένα πάναγνο χέρι

Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου

ΚΑΛΟΚΑΙΡΑΚΙ

Και φυσικά δεν ευλαβούμαι το θέρος – σεισμογενής περιοχή όπως ο έρωτας,
όταν αδημονεί και φλέγεται στο πανηγύρι του Αϊ-Μάμα.
Η μικρή ακροβάτης με κοιτά απ’ τη σχισμή του κύματος σοκολατένια.
Αστραπιαία θα χαθεί κι αυτή όπως η σαύρα απ’ το αμμώδες της κλεψύδρας
τρομαγμένη. Ώσπου, χρυσή κλωστή εξ ύψους προσγειώνει αργά στο σκηνικό και
την Αμμουλιανή. Ασώματη αχνίζει και αναγγέλλει το πραξικόπημα στη νοηματική.
Ας μείνει, λέω, ημιτελής η παρτιτούρα, άμωμη η χλεύη του ξεραμένου φοίνικα στην
καθομιλουμένη. Θα σκιαστεί αλλιώς η αναμονή του κήπου, αναβολή επ’ αόριστον
της βασιλείας των ψυχών· κακόηθες μελάνωμα που δεν εφησυχάζει.

 

Αλέξιος Μάινας

ΟΙ ΜΥΓΕΣ

(Κηφήνες των τεφρών)

Τη νύχτα ξυπνώ για λίγο στον καναπέ
δεν αναπνέω. Ιδρώνω χωρίς ψυχή.
Λέω στον κανένα πουθενά πως τυφλώνομαι.
Στον τοίχο κυματίζουν στάχυα.
Θαμπωμένος το πρωί, σχεδόν απόκληρος
παίρνω το λεωφορείο. Μύγες στη στάση.
Ήλιος με αγκώνες. Φως παντού και γόνατα. Θυμός.
Και ρόδα, που όπως και να τα πεις μαραίνονται.
Εσύ παραθερίζεις. Μαύρισες, έχασες δυο κιλά
νομίζεις θα ξεχάσεις.
Στον δρόμο ένα χαμόγελο θυμίζει να μην κρίνω.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΧΙΟΣ

Μηταράκης: Πιο αισιόδοξος μετά την επίσκεψη του κ. Ταχιάου  Ταχιάος: Όλοι οι φορείς της Χίου να συμπράξουν στην εκτέλεση των έργων Επίσκεψη στα μεγάλα...

ΧΙΟΣ

Ξεκάθαρο μήνυμα προς τους  εργολάβους  ότι η Κυβέρνηση δεν πρόκειται να επιτρέψει πλέον καμία ολιγωρία στα υπό εκτέλεση έργα στο νησί της Χίου, έστειλε...

ΧΙΟΣ

Σε συνέχεια των επιτυχημένων δεντροφυτεύσεων που πραγματοποιήθηκαν το περασμένο τρίμηνο, το Κοινωφελές Ίδρυμα “Μαρία Τσάκος”– Διεθνές Κέντρο Ναυτικής Έρευνας και Παράδοσης, προχωρά στην τέταρτη...

ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ

Την δέσμευση ότι ο Δήμος Χίου θα συμβάλει επικουρικά όπου μπορεί για να ολοκληρωθούν τα έργα που υλοποιούνται στο νησί μας από το Υπουργείο...

Advertisement