Στην κοινή παραδοχή ότι η Ελλάδα μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο προς την ενεργειακή και πράσινη μετάβαση, λόγω του πλούτου της σε μεταλλεύματα, προχώρησαν οι εισηγητές στη χθεσινοβραδινή εκδήλωση του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΜΕ) για τα 100 χρόνια δράσης του, συμφωνώντας ότι είναι επιτακτική η ανάγκη να ενημερωθούν και να πειστούν οι Έλληνες, ότι η εξόρυξη δεν είναι «εγκληματίας του περιβάλλοντος».
«Παραμένουμε, παρά τις προσπάθειες των τελευταίων χρόνων, δέσμιοι μιας αντίληψης που συνδυάζει πάντα την αξιοποίηση του υπεδάφους μας με περιβαλλοντικά προβλήματα», ανέφερε ο πρόεδρος της Μονίμου Επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας, βουλευτής Στράτος Σιμόπουλος, λέγοντας ότι η αντίληψη αυτή επικρατεί τόσο σε ένα τμήμα του πολιτικού προσωπικού, όσο και της δημόσιας διοίκησης.
Με τις τόσες αδειοδοτήσεις που απαιτούνται προκειμένου να προχωρήσει η αξιοποίηση του υπεδάφους στην Ελλάδα, χάνονται, όπως τόνισε, επενδύσεις πολύ σημαντικές για τη χώρα μας, ειδικά στη σημερινή εποχή με την ανάγκη για πράσινη μετάβαση, λόγω και της κλιματικής κρίσης. «Ήρθε η ώρα να απαγκιστρωθούμε από αυτή τη νοοτροπία και να αξιοποιήσουμε τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα», σημείωσε χαρακτηριστικά και τόνισε ότι αν και ζούμε σε μια χώρα πλούσια σε μεταλλεύματα και με μεγάλη εμπειρία σε εξορύξεις, ωστόσο οι τεχνολογίες είναι κατά κανόνα εισαγόμενες και δεν αξιοποιείται το δυναμικό που υπάρχει όσο θα έπρεπε και θα μπορούσε.
Στις πολλαπλές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος των ορυκτών σε Ελλάδα και Ευρώπη, αναφέρθηκε στη διαδικτυακή του τοποθέτηση ο ευρωβουλευτής, καθηγητής Γιάννης Μανιάτης, αναφερόμενος στην κλιματική αλλαγή, την πράσινη και κοινωνικά δίκαιη ανάπτυξη και τη μείωση της εξάρτησης από τρίτες χώρες.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο πρότζεκτ του Κτηματολογίου για τους δημόσιους χώρους των μεταλλείων, που για πρώτη φορά από τη σύσταση του ελληνικού κράτους τους κατέγραψε και τους αξιολόγησε, όπως και τις δημόσιες εκτάσεις βιομηχανικών ορυκτών. Μεταξύ άλλων, εξέφρασε την ευχή να αναπτυχθούν στη χώρα εθνικά προγράμματα μεταλλευτικής έρευνας, με ενσωμάτωση της κοινωνικής άδειας και αποδοχής.
Για τη σημαντικότητα των ορυκτών πρώτων υλών σε διάφορους τομείς, μίλησε ο πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Χαράλαμπος Φείδας, σημειώνοντας – μεταξύ άλλων – ότι λαμβάνοντας υπόψη τις σύγχρονες απαιτήσεις της μεταλλευτικής έρευνας, το Τμήμα Γεωλογίας στο ΑΠΘ έχει προσαρμόσει το προπτυχιακό και μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών, εισάγοντας μαθήματα τρισδιάστατης μοντελοποίησης κοιτασμάτων σε διάφορα γεωλογικά περιβάλλοντα με χρήση λογισμικών, γεωστατιστικής ανάλυσης, και προγνωστικής μοντελοποίησης σε τρισδιάστατο περιβάλλον.
Κρίσιμα στρατηγικά ορυκτά
Την επιτακτική ανάγκη εκπόνησης ενός μακροπρόθεσμου σχεδιασμού για την αξιοποίηση των δευτερογενών ανακτημένων υλικών, λόγω και της κρισιμότητας της εξόρυξης στην εύρεση των απαραίτητων πρώτων υλών για την πράσινη και ενεργειακή μετάβαση, υπογράμμισε ο πρόεδρος του ΣΕΒ/ΒΙΑΝ, Γιώργος Αλεξόπουλος. Λέγοντας ότι στον δρόμο προς την πράσινη μετάβαση χρειάζονται όλοι οι εμπλεκόμενοι, ανέφερε ότι είναι υψίστης σημασίας να καλυφθεί το έλλειμμα ενημέρωσης που εντοπίζεται στους μικρομεσαίους επιχειρηματίες του κλάδου, οι οποίοι – κατά τον ίδιο – πρέπει να κινητοποιηθούν ώστε να βρουν τους κατάλληλους πόρους.
Είναι εσφαλμένη η αντίληψη ότι ο κανονισμός για τις κρίσιμες πρώτες ύλες (CRMA) αφορά μόνο την εξόρυξη, αφού αφορά και την επεξεργασία και την ανακύκλωση, επισήμανε ο σύμβουλος ΓΓ Ενέργειας και Ορυκτών Πόρων του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ελευθέριος Βασιλειάδης. Όπως διευκρίνισε, στις υποβληθείσες 170 προτάσεις για ένταξη στα StrategicProjects της ΕΕ, αυτές που αφορούσαν την εξόρυξη είχαν ποσοστό συμμετοχής 45%.
Ο διευθυντής του εργοστασίου ΤΙΤΑΝ Ευκαρπίας, Β. Στρουγγάρης, τόνισε ότι η επιχείρηση επιδιώκει να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην πράσινη μετάβαση του κλάδου δομικών υλικών και γνωστοποίησε ότι στόχος είναι το ουδέτερο αποτύπωμα άνθρακα έως το 2050.
Πράσινη Ανάπτυξη
Τη θέση ότι η Ελλάδα μπορεί να αναδειχθεί σε κρίσιμο κόμβο αποθήκευσης άνθρακα στην ευρωπαϊκή και διεθνή σκηνή, αξιοποιώντας ταυτόχρονα τη στρατηγική της θέση για συνεργασία με γειτονικές χώρες, διατύπωσε ο γενικός διευθυντής της Ελληνικής Αρχής Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΓΓΜΕ), Δ. Γκούτης. Όπως ανέφερε, οι τεχνολογίες δέσμευσης και υπόγειας αποθήκευσης CO2 αποτελούν καινοτόμα εργαλεία στην προσπάθεια μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Βέβαια, όπως έσπευσε να επισημάνει, η χρήση αυτών των τεχνολογιών συνοδεύεται αναπόφευκτα από συγκεκριμένους περιβαλλοντικούς κινδύνους, που απαιτούν προσεκτική διαχείριση, και στο πλαίσιο αυτό επισήμανε ότι είναι απαραίτητος ο σωστός σχεδιασμός και η διενέργεια συνεχών και ενδελεχών ελέγχων, μέσω κατάλληλων συστημάτων και πρωτοκόλλων παρακολούθησης των χώρων υπόγειας αποθήκευσης.
Είναι η αποδοχή ή και η αντίδραση των πολιτών που μπορούν να επηρεάσουν την επιτυχία των επιχειρηματικών προσπαθειών να υιοθετήσουν βιώσιμες πρακτικές, σημείωσε ο διευθυντής Λατομείων και Πρώτων Υλών ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ, Κ. Ασημακόπουλος.
Για τον μηχανισμό προσαρμογής των συνόρων άνθρακα (ΜΣΠΑ), μίλησε ο γενικός γραμματέας Συνδέσμου Εξαγωγέων-ΣΕΒΕ, Γιώργος Ζαγκλιβερινός, σημειώνοντας -μεταξύ άλλων- ότι παρουσιάζει ένα σύνθετο μείγμα περιβαλλοντικών οφελών και εμπορικών κινδύνων. Ενώ, όπως είπε, ενθαρρύνει τη βιωσιμότητα επιβάλλοντας κόστος στις μη συμμορφούμενες εισαγωγές, ωστόσο ενδέχεται να προκαλέσει αντίποινα από χώρες που εξαρτώνται από τις εξαγωγές προς την ΕΕ, αυξάνοντας δυνητικά το κόστος γιακαταναλωτές και τις βιομηχανίες. Επιπλέον, όπως είπε, οι αναπτυσσόμενες χώρες εκτιμάται ότι θα τείνουν να δυσκολευτούν να ανταποκριθούν στα πρότυπα της ΕΕ, επιδεινώνοντας τις οικονομικές ανισότητες και τις προκλήσεις του ανταγωνισμού. Για τις ευκαιρίες που παρουσιάζουν οι χώρες του Κόλπου για τις ελληνικές εξορυκτικές εταιρείες, μίλησε ο σύμβουλος επιχειρήσεων με δραστηριοποίηση σε αυτές Θ. Ανδρουλάκης. Όπως είπε, ο εξορυκτικός και μεταλλευτικός κλάδος δεν είναι ούτε ανύπαρκτος ούτε μικρός στην περιοχή και τόνισε ότι όλα τα κράτη του Κόλπου, ενδιαφέρονται για την ανάπτυξη της εξορυκτικής βιομηχανίας, που λόγω και της παραδοσιακής δραστηριότητας του πετρελαίου, δεν αντιμετωπίζεται με εχθρότητα και προκαταλήψεις. «Η συμμετοχή ελληνικών εταιρειών με παρουσία και τεχνογνωσία στον κλάδο ( πχ. εταιρείες ενεργές σε Λευκόλιθο, πυριτικά, χαλαζία, πυρίμαχα κλπ) είναι παραπάνω από ευπρόσδεκτη στην περιοχή», επισήμανε.