Επιστήμονες στον Καναδά έκαναν μια σημαντική ανακάλυψη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέες θεραπευτικές επιλογές για ασθενείς με κοιλιοκάκη. Η ομάδα εντόπισε τον τρόπο και το σημείο όπου ξεκινά η δυσανεξία στη γλουτένη, με ορισμένα κύτταρα να παίζουν μεγαλύτερο ρόλο από ό,τι πιστευόταν μέχρι σήμερα.
Η κοιλιοκάκη είναι μια αυτοάνοση διαταραχή του λεπτού εντέρου που προκαλείται από την κατανάλωση γλουτένης, μιας πρωτεΐνης που βρίσκεται σε πολλούς κόκκους δημητριακών. Η κατανάλωση αυτών των τροφών οδηγεί σε μια σειρά από δυσάρεστα συμπτώματα και η μόνη θεραπεία είναι η αυστηρή δίαιτα. Περίπου 1 στους 100 ανθρώπους σε Ευρώπη και Αμερική έχουν δυσανεξία στη γλουτένη.
Μια διεθνής ομάδα με επικεφαλής επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο McMasters στον Καναδά, θέλησε να βρει μια καλύτερη θεραπεία για την πάθηση. Σε πειράματα που πραγματοποίησε σε διαγονιδιακά ποντίκια, διαπίστωσε τον κρίσιμο ρόλο που παίζουν τα κύτταρα που αποτελούν την επένδυση του εντέρου. Σε μελέτες που διεξήγαγαν σε ποντίκια και σε εργαστηριακά μικροέντερα (που ονομάζονται οργανοειδή), οι ερευνητές παρατήρησαν τις αποκρίσεις διαφορετικών κυττάρων στη γλουτένη.
Διαπιστώθηκε ότι τα επιθηλιακά κύτταρα – αυτά που αποτελούν την εσωτερική επένδυση του άνω εντέρου – ανταποκρίνονται στη γλουτένη διεγείροντας την απελευθέρωση των CD4+ Τ κυττάρων. Με τη σειρά τους, αυτά τα βοηθητικά κύτταρα πυροδοτούν μια υπερδραστήρια ανοσοαπόκριση που προκαλεί τα συμπτώματα κοιλιοκάκης. Μέχρι σήμερα, οι επιστήμονες εκτιμούσαν πως η απόκριση περιλάμβανε μόνο κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, αν και υποπτεύονταν ότι τα επιθηλιακά κύτταρα έπαιζαν κάποιο ρόλο. Τώρα, λέει η ομάδα, αυτή η υποψία επιβεβαιώθηκε.
Η ομάδα ανακάλυψε επίσης έναν άλλο παράγοντα που συμβάλει στην εμφάνιση της δυσανεξίας στη γλουτένη. Τα επιθηλιακά κύτταρα στέλνουν ισχυρότερα σήματα στα κύτταρα του ανοσοποιητικού όταν υπάρχει στον οργανισμό το Pseudomonas aeruginosa, ένα είδος παθογόνου βακτηρίου που κανονικά δεν αποτελεί μέρος του «φυσιολογικού» ανθρώπινου μικροβιώματος.
Οι ερευνητές λένε ότι η ανακάλυψη θα μπορούσε να αναδείξει νέους στόχους για την ανάπτυξη φαρμάκων που δυνητικά θεραπεύουν ή προλαμβάνουν την κοιλιοκάκη. Ο έλεγχος για το βακτήριο P. aeruginosa θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει στον εντοπισμό ασθενών που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν την πάθηση.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Gastroenterology.
ΠΗΓΗ: New Atlas