Ανάστατοι οι κάτοικοι της Ζακύνθου μετά από μια σφοδρή καταιγίδα τον Οκτώβριο του 1985 διαπίστωσαν ότι στην ακτή του Άη Γιώργη είχε προσαράξει ένα πλοίο. Οποία καταστροφή για το περιβάλλον, ήταν η πρώτη σκέψη που έφερε την σχετική αντίδραση.
Από τότε “πολύ νερό κύλισε στο αυλάκι”, όπως περιγράφει ο δημοσιογράφος της ΕΡΤ Ανδρέας Παπαδημητρίου, που γνωρίζει σε βάθος τα τεκταινόμενα στο νησί.
Η ιστορία ξεκίνησε στις 12 Σεπτεμβρίου όταν ο καπετάνιος πήρε εντολή από τον ιδιοκτήτη του σκάφους να πλεύσει προς Ιταλία για να φορτώσει λαθραία τσιγάρα, τα οποία έπρεπε να ξεφορτώσει στην Τυνησία. Όπερ και εγένετο, αλλά μαζί με το φορτίο παρέλαβε και δυο Σικελούς μαφιόζους που φύλαγαν το “εμπόρευμα”.
Οι μαφιόζοι αντελήφθησαν ότι αντί για Τυνησία το πλοίο έβαλε πλώρη για Πειραιά, προκειμένου να πουλήσουν τα λαθραίο εμπόρευμα για λογαριασμό του πλοιοκτήτη, όπως αυτός είχε δώσει εντολή στον Κεφαλλονίτη καπετάνιο Βαρβατάκο. Σε ένα περιπετειώδες ταξίδι με απειλές και πισωγυρίσματα, μεταξύ 30ης Σεπτεμβρίου και 1ης Οκτωβρίου ο “Παναγιώτης” βρισκόταν βορειοδυτικά της Ζακύνθου, με βλάβη στην μηχανή και πολλά μποφόρ. Το σκάφος ακυβέρνητο μη δυνάμενο να πλεύσει κατά βούληση οδηγήθηκε από τα κύματα κοντά στην περιοχή Βολίμες στην ερημική ακτή που πήρε το όνομά του, το “ναυάγιο”. Αστυνομία και λιμενικό συνέλαβαν πλήρωμα και μαφιόζους, ενώ οι ντόπιοι επιδόθηκαν στην συλλογή του “θησαυρού”.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ οι 1985 κούτες με 50 πακέτα τσιγάρα έκαστη μοιράστηκαν στο νησί και λέγεται ότι για τέσσερα χρόνια οι κάτοικοι δεν αγόρασαν τσιγάρα.
Υπάρχει όμως μια άλλη εκδοχή της ιστορίας, η οποία εξετάζεται για την αξιοπιστία της, λόγω σύγκρουσης συμφερόντων, αλλά αναφέρεται για να διαπιστωθούν οι ταλαιπωρίες των ντόπιων από ψευδόμενους, που ακόμη επιχειρούν να κερδοσκοπήσουν από ένα κουφάρι. Αυτά κατά δήλωση του ιδιοκτήτου του σκάφους, Χαράλαμπου Κομποθέκρα–Κοτσωρού, ο οποίος έδινε τις εντολές για το λαθραίο φορτίο, την κλοπή του από τους Ιταλούς και βρέθηκε ενώπιον της δικαιοσύνης για την εγκατάλειψη του σκάφους στην ακτή. Σύμφωνα με τον Κοτσωρό: Το σκάφος εβρισκόμενο στο Αργοστόλι, έπλευσε στο λιμάνι του Δυρραχίου, στην Αλβανία στις 6 Σεπτεμβρίου και στο ταξίδι της επιστροφής στις 2 Οκτωβρίου λόγω κακών καιρικών συνθηκών και μηχανικής βλάβης κατέληξε στην παραλία του Αγίου Γεωργίου. Όπως υποστήριξε ο Κοτσωρός, ο ίδιος βρισκόταν στο σκάφος, κάτι που όμως διαψεύδεται από τις μαρτυρίες του πληρώματος και πως προέβη σε καταγγελία διότι ακολούθησε πλιάτσικο στο πλοίο του. Μετά από έρευνα της αστυνομίας βρέθηκαν σε κοντινά χωριά τα κλεμμένα αντικείμενα, ο εξοπλισμός του σκάφους (ραντάρ, ραδιόφωνο VHF κ.λπ.), καθώς και μέρος του κλεμμένου φορτίου, ενώ 29 άτομα συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν. Ο ιδιοκτήτης έλεγε ότι μετά την προσάραξη μέρος του πλοίου ανατάχτηκε από άγνωστο άτομο ή αιτία, ενώ βρισκόταν στην ακτή και ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση.[1] Σύμφωνα όμως με τις μαρτυρίες του πληρώματος πλοίαρχος ήταν ο Κυριάκος Βαρβατάκος, ο οποίος τους ενημέρωσε ότι με εντολή του Κοτσωρού θα έκλεβαν το φορτίο από τους ιταλούς και θα το μετέφεραν στον Πειραιά. Επίσης, το πλήρωμα άκουσε ένα θόρυβο, σαν έκρηξη από το μηχανοστάσιο, ενώ βρισκόταν στην θάλασσα, γεγονός που διαψεύδει τους ισχυρισμούς του Κοτσωρού για ανατίναξη ενώ το σκάφος ήταν στην ακτή. Αυτό εξηγείται από το Ναυτικό Δίκαιο και τα περί αποζημιώσεων εάν η έκρηξη συμβεί στην στεριά, καλύπτεται από τις ασφαλιστικές, ενώ στην θάλασσα είναι υπαιτιότητα του πλοιοκτήτη και δεν δικαιούται το παραμικρό. Όταν πλέον το “ναυάγιο” εξελίχθηκε σε ακριβοπληρωμένο αξιοθέατο, ο πρώην ιδιοκτήτης και πονηρά σκεπτόμενος πλοιοκτήτης, σκέφτηκε να το πουλήσει, αν και δεν του ανήκε πλέον εφ’ όσον το εγκατέλειψε έρμαιο των κυμάτων στην ακτή. Αυτή η εκδοχή έχει ναυαγήσει και απλώς επιβεβαιώνεται το ρεπορτάζ.
Μετά την Ακρόπολη το “ναυάγιο” είναι το δεύτερο πιο διάσημο τοπόσημο για τους τουρίστες στην Ελλάδα, αλλά ουδείς ενδιαφέρθηκε όλα αυτά τα χρόνια για την συντήρηση και διάσωση του κουφαριού, το οποίο προς το παρόν βρίσκεται σε αποκλεισμό λόγω των πρόσφατων κατολισθήσεων. Μόνο σε συγκεκριμένες ημέρες και ώρες κάποια σκάφη προσεγγίζουν από την θάλασσα και αυτό μόνο για φωτογραφίες σε απόσταση από την ακτή.
Την πολυτάραχη ιστορία του Παναγιώτη την παρουσίασε η ΕΡΤ 3 στις 22 Ιουλίου 2024 «Στην Ζάκυνθο… χωρίς το «ναυάγιο». Η περιπέτειά του δεν έχει τέλος και δεν ταιριάζει σε ένα τέτοιο πλοίο αυτή η κατάντια.
Όπως αναφέρει ο δημοσιογράφος, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών και την μελέτη του ΕΜΠ εάν δεν γίνει κάτι φέτος, του χρόνου το “ναυάγιο” δεν θα υπάρχει, με ότι αυτό συνεπάγεται για την τουριστική κίνηση στο νησί και την οικονομία. Ο δήμος ζητά από τα αρμόδια υπουργεία την απόλυτη διαχείριση των κονδυλίων που έχουν οριστεί για να προχωρήσουν οι εργασίες στο κουφάρι και στην περιοχή. Ένα έργο υψηλών απαιτήσεων, με ειδικές γνώσεις. Έπειτα από χρόνια αδιαφορίας, ορισμένοι επιδεικνύουν όψιμο ενδιαφέρον για την τύχη του, καθώς αυτή συνδέεται άμεσα με την διαχείριση των χρημάτων που έχουν οριστεί για την διάσωσή του.
Ο “Παναγιώτης”, γερμένος επάνω στην λευκή άμμο και βανδαλισμένος με γκράφιτι από τους συνήθεις ανοήτους, είναι καταδικασμένος σε ιδιοτελή “καπρίτσια”.
Δεν είναι απίθανο οι αντιδρώντες στην προσάραξη το 1985 με τις περιβαλλοντικές ανησυχίες να είναι κάποιοι από αυτούς που σήμερα απαιτούν την διάσωση του κουφαριού. Οι καιροί αλλάζουν ανάλογα με τον άνεμο. Ίσως την λύση να φέρει με μυθιστορηματικό τρόπο ο ανατολικός άνεμος που θα προσγειώσει μια Μαίρη Πόππινς στο νησί, η οποία θα διευθετήσει το θέμα όπως έπραξε στην πολυτάραχη οικογένεια Μπάνκς.