Γράφει η Ευγενία Γάλλου
Συκοφάντης είναι αυτός που απευθύνει ψευδείς κατηγορίες, που δυσφημεί, ο διαβολέας.
Όποιος κατήγγελλε λαθραία εισαγωγή προϊόντων, παράνομη κτήση ή επικαρπία ξένης ιδιοκτησίας, φοροδιαφυγή, εχθρικές ενέργειες κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος της Αθήνας.
Ετυμολογία: < σῦκον + -φάντης < φαίνω = φανερώνω, παρουσιάζω.
******
Εκδοχές:
1η. Εκείνος που φανέρωνε τα σύκα που έκρυβε στα ρούχα του ο κλέφτης.
Στα συμπόσια πολλοί παράσιτοι θα έφευγαν έχοντας κρύψει ξερά σύκα στο ιμάτιό τους.
(Ν. Σαραντάκος)
Μια ασήμαντη μικροκλοπή, άρα κατ’ επέκταση όποιος κατέδιδε ασήμαντες πράξεις και στη συνέχεια έκανε ψευδείς καταγγελίες.
(Γ. Μπαμπινιώτης )
____
2η. Ο δημόσιος μηνυτής όσων είχαν κλέψει σύκα από τις ιερές συκιές
(π.χ. η ιερά συκή των Φυταλιδών στον δρόμο προς Ελευσίνα).
____
3η. Όποιος πρώτος έδειχνε στους άλλους τα ώριμα σύκα τραντάζοντας τα κλαδιά της συκιάς, για να φανούν τα σύκα που δεν διακρίνονταν μέσα στα πυκνά φύλλα.
( Liddell-Scott)
Συκοσκόπος και συκοφάντης μεταφορικά, όποιος έχωνε τη μύτη του στην ιδιωτική ζωή των άλλων, όπως πριν ανασκάλευε τα κλαδιά της συκιάς για να δει αν ωρίμασε ο καρπός της.
(Ν. Σαραντάκος)
_____
4η. Μηνυτής όσων έκαναν παράνομα εξαγωγή σύκων από την Αθήνα, παραβιάζοντας σχετικό ψήφισμα.
Ζηνόδωρος: ‘Όταν κάποτε έπεσε λιμός στην Αθήνα, απαγορεύτηκε με ψήφισμα η εξαγωγή σύκων. Κάποιοι βρήκαν ευκαιρία να τιμωρήσουν τους εχθρούς τους, καταγγέλλοντάς τους ψευδώς ότι εξάγουν σύκα, κι έτσι ονομάστηκαν συκοφάντες.
«Οἱ δὲ λέγουσιν ὅτι λιμοῦ γενομένου ἐν Ἀθήναις ψήφισμα ἐγένετο μὴ ἐκφέρειν σῦκα· ἐπιτηροῦντες οὖν τινὲς ἐκφέροντα σῦκα διέβαλλον, καὶ παρὰ τὸ περὶ σύκων φάναι, συκοφάντης ὁ ψευδῶς περὶ σύκων φαίνων».
Πλούταρχος: «κεκωλυμένου γὰρ ἐκφέρειν τὰ σῦκα μηνύοντες καὶ φαίνοντες τοὺς ἐξάγοντας ἐκλήθησαν “συκοφάνται”».
(Ν. Σαραντάκος)
Πηγές:
https://greek_greek.en-academic.com/ https://sarantakos.wordpress/2011/02/28/sykophant/
http://lexithiras.blogspot.com/2012/01/blog-post