«Είναι ελάχιστες οι σχολικές μονάδες μπροστά στα τμήματα τα οποία υπάρχουν, που έχουν την ανάγκη συγχωνεύσεων», επισήμανε η υφυπουργός Παιδείας Ζέττα Μακρή, μιλώντας στο ΕΡΤNews και την εκπομπή “Newsroom” με τους Στέλλα Παπαμιχαήλ και Γιώργο Σιαδήμα.
Ενώ πρόσθεσε σχετικά, μεταξύ άλλων:
«Οι συγχωνεύσεις των τμημάτων είναι μια άσκηση που ο εκάστοτε αρμόδιος Γενικός Γραμματέας, κάνει κάθε χρόνο, λόγω ακριβώς της διαφοροποίησης του μαθητικού πληθυσμού, σε συνεργασία με τους συναδέλφους του -γιατί ο γραμματέας είναι εκπαιδευτικός της πρωτοβάθμιας δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης- και τους Περιφερειακούς Διευθυντές.
Καταγράφει πού υπάρχει ανάγκη τα τμήματα να συγχωνευθούν, με απόλυτο σεβασμό του μεγάλου αριθμού των μαθητών σε κάθε τμήμα. Αριθμός ο οποίος προϋπήρχε, δεν δημιουργήθηκε από τη Νέα Δημοκρατία. Ποτέ δεν τον ξεπερνούμε.
Εάν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αυξηθεί ο αριθμός με καινούργιες εγγραφές ή κάποιες μετεγγραφές, εννοείται ότι αλλάζει και η πολιτική του υπουργείου. Το σεβόμαστε απολύτως. Και ο αριθμός των συγχωνεύσεων που έγιναν μέχρι τώρα δεν ξεπερνά το 1,2%.
Είναι ελάχιστες οι σχολικές μονάδες μπροστά στα τμήματα τα οποία υπάρχουν, που έχουν την ανάγκη συγχωνεύσεων».
Ως προς τον αριθμό των παιδιών που θα βρίσκονται μέσα στα σχολεία μετά τις συγχωνεύσεις, σημείωσε:
«Το μέγιστο είναι 25 και 27. Σε κάποιες κάποιες περιπτώσεις όπως είναι η Γ’ Λυκείου, 22.
Ποτέ δεν ξεπερνούμε τον αριθμό αυτό, εκτός από ορισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις που με τεκμηριωμένη και εμπεριστατωμένη και ειδικά αιτιολογημένη εισήγηση του Διευθυντή μπορεί να υπάρχει μια αύξηση. Αυτό συμβαίνει σε πολύ μικρές περιοχές που ίσως έχουν περισσότερους μαθητές».
Για τη χρήση του κινητού στα σχολεία, είπε:
«Αν υπάρχει κάποιος ιατρικός λόγος, αφού υπάρχουν παιδιά τα οποία έχουν ανάγκη μιας εφαρμογής όταν κάνουν χρήση ινσουλίνης, αυτή είναι η εξαίρεση, η οποία βεβαίως επιβάλλεται και για ιατρικούς λόγους.
Διαφορετικά απαγορεύεται η εμφανής κατοχή και η χρήση του κινητού και υπάρχουν διαβαθμισμένες συνέπειες. Διαφορετική είναι η συνέπεια εάν το παιδί απλώς κάνει χρήση του κινητού ή διαφορετική αν κάνει βιντεοσκόπηση ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων. Αυτά τα εργαλεία τα ζήτησαν οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί. Ήθελαν αυτά τα όπλα για να έρθουν σε μια συνεννόηση με τους μαθητές.
Σύμφωνοι είναι και οι γονείς βεβαίως, ώστε να μην αποσπάται η προσοχή των παιδιών, να μη διασπάται η προσοχή τους, να μην είναι το κινητό ο ανταγωνιστής του δασκάλου και να μην έχει και τις επιπτώσεις (…) Πρέπει και τα παιδιά μας να διδάσκονται ότι στη ζωή υπάρχουν υποχρεώσεις τις οποίες εάν δεν τηρούν υπάρχουν συνέπειες, όπως υπάρχουν και σε όλους τους ενηλίκους (…) Οι εκπαιδευτικοί έχουν και την επάρκεια έχουν και την επιμόρφωση έχουν και τη διάθεση να εξηγήσουν στα παιδιά τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουν».
Για το τι θα συμβαίνει στο εξής όταν ζημιές γίνονται από τους μαθητές, ανέφερε:
«Αν κάποιος κάνει μια ζημιά, αυτή διαπιστώνεται από τον διευθυντή της σχολικής μονάδας και αυτός ενημερώνει τον γονέα – κηδεμόνα. Αν τη ζημιά την πληρώσουν, κανένα πρόβλημα. Αν δεν την πληρώσουν, βεβαιώνεται και εισπράττεται με τον Κώδικα Δημοσίων Εσόδων (…) Οι βανδαλισμοί πρέπει να πληρώνονται (…) Επειδή ενδεχομένως κάποιοι να σκεφτούν ότι αυτό αφορά στις καταλήψεις, οι καταλήψεις δεν συνεπάγονται πάντοτε ζημιά. Οι καταλήψεις συνήθως διακόπτουν την εκπαιδευτική διαδικασία».